Στην επίσημη αγιοκατάταξη του Οσιωτάτου μοναχού Χριστοφόρου του Παπουλάκου προέβη σήμερα η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Ένας «αδικημένος» άγιος της Εκκλησίας μας. Ο Άγιος Χριστόφορος ο Παπουλάκος, ανέμενε για πάνω από 160 χρόνια την επίσημη αγιοκατάταξή του, όπως ανέμεναν την αγιοκατάταξή τους, ο Άγιος Νεκτάριος Επίσκοπος Πενταπόλεως, ο Άγιος Εφραίμ της Νέας Μάκρης καθώς και πολλοί άλλοι, οι οποίοι στη συνείδηση του πιστού λαού και στις καρδιές τους ήταν και είναι άγιοι. Ο Άγιος Χριστόφορος ο Παπουλάκος έχει εμφανιστεί σε πολλούς ανθρώπους, έχει αρκετά θαυμαστά σημεία και πολλές φορές τα λείψανά του ευωδιάζουν. Ο Άγιος Χριστόφορος είναι ένας δεύτερος Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο οποίος δίδαξε και κατήχησε το λαό κυρίως της Πελοποννήσου στην Ορθόδοξη πίστη μας και στην ιστορία του Γένους και της Πατρίδος μας.
Με την εμπεριστατωμένη εισήγηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καλαβρύτων και Αιγιαλείας κ. Ιερωνύμου προς την Συνοδική Επιτροπή Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων, αλλά και τη θετική εισήγησή της προς το Σεπτό Κέντρο της Ορθοδοξίας, περί της αγιότητος του οσίου ανδρός, μετά προσοχής, συνέσεως και διεξοδικής εμπεριστατωμένης μελέτης των δεδομένων, η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου προέβη στην αγιοκατάταξη «εις τας αψευδείς και αιωνίους Δέλτους» της Ορθοδόξου κατ’ Ανατολάς Εκκλησίας του Χριστού του οσιωτάτου μοναχού Χριστοφόρου Παπουλάκου.
Ο Πρωτοσύγκελλος της Ι.Μ. Φωκίδος και Καθηγούμενος του ανδρώου Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίων Αυγουστίνου Ιππώνος και Σεραφείμ του Σάρωφ, αγωνιζόταν από το 1981 για την αγιοκατάταξή του. Έγραψε βιβλίο τη δεκαετία του ‘80 για τον Όσιο Χριστόφορο με τον τίτλο: «ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΣ, Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ», όπου περιλαμβάνει τη βιογραφία, καθώς και Ιερές Ακολουθίες του Αγίου.
Ο μοναχός Χριστόφορος, κατά κόσμον Χρήστος Παναγιωτόπουλος γεννήθηκε στον Άρμπουνα στην περιοχή Κλειτορία των Καλαβρύτων, μετά το 1770. Δεν υπάρχουν στοιχεία για τα πρώτα χρόνια του βίου του, καθώς ζούσε ως απλός χωρικός, γνωρίζοντας λίγα γράμματα.
Σύμφωνα με τις πηγές, εκάρη Μοναχός στην ιστορική Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου Καλαβρύτων, όπου Ηγούμενος ήταν ο πνευματικός του καθοδηγητής Αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος Λαμπρόπουλος. Έλαβε το όνομα Χριστόφορος και άρχισε να περιφέρεται στα χωριά ασκώντας επαιτεία, ενώ στη συνέχεια μοίραζε στους φτωχούς τις ελεημοσύνες που συγκέντρωνε.
Κατόπιν αναχώρησε για την Ιερά Μονή Αγίου Αθανασίου Φίλια, ενώ αργότερα έγινε ερημίτης ζώντας σε μια σπηλιά κοντά στο χωριό Άρμπουνα.
Το 1830 εγκαταστάθηκε σε ένα κατάλυμα ζώων που ανήκε στην οικογένειά του, σε ένα όρος που απέχει τρία χιλιόμετρα από το χωριό Άρμπουνα. Εκεί έχτισε μια καλύβα και άρχισε την ανέγερση μικρής Ιεράς Σκήτης προς τιμήν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, της οποίας είχε μια μικρή θαυματουργή εικόνα ως οικογενειακό κειμήλιο.
Η κηρυκτική του δράση αρχικά γινόταν κατόπιν πρόσκλησης των εκκλησιαστικών και των κατά τόπους πολιτικών αρχών, καθώς δε διέθετε άδεια ιεροκήρυκα. Στη συνέχεια όμως η Ιερά Σύνοδος του παρείχε την άδεια.
Ο Παπουλάκος έγινε ο εκφραστής της φωνής του λαού που ήθελε να διαφυλάξει την Ελληνορθόδοξη παράδοση, ως παρακαταθήκη της μακραίωνης ιστορίας του Ελληνισμού. Η πνευματική αφύπνιση του Χριστόφορου είχε ως αποτέλεσμα η κυβέρνηση να φοβηθεί και διέταξε τη σύλληψή του, η οποία έγινε στις 22 Ιουνίου 1852. Η είδηση της σύλληψής του συγκλόνισε το λαό της Ελλάδας που τον θεωρούσαν ισαπόστολο. Μετά από τον εγκλεισμό του στη φυλακή, τις απάνθρωπες συνθήκες της κράτησής του, τη δίκη και την αθωωτική απόφαση του δικαστηρίου, η Ιερά Σύνοδος τον έστειλε στην Ιερά Μονή Προφήτη Ηλία Θήρας το 1854 ώστε να είναι «ακίνδυνος».
Ο Παπουλάκος παρά τον εγκλεισμό του στην απομακρυσμένη αυτή Ιερά Μονή συνέχισε να κηρύττει και οι κάτοικοι του νησιού να τον επισκέπτονται, ενάντια σε κάθε απαγόρευση και απειλή. Μετά από λίγους μήνες αποφασίστηκε ο εγκλεισμός του στην Ιερά Μονή Παναχράντου στην Άνδρο. Εκεί οδηγήθηκε σε ειδικά διαμορφωμένο μοναχικό κελί, φρουρούμενος από ένα χωροφύλακα. Κατά τον εγκλεισμό του στα πετρόχτιστα υπόγεια της Μονής Παναχράντου και ενώ δεν υπήρχε τρόπος διαφυγής κατά θαυμαστό τρόπο ο Παπουλάκος χανόταν για κάποιες ημέρες και επέστρεφε ξανά. Η επίδραση των διδαχών του στο νησί ήταν καταλυτική και έχουν αναφερθεί πολλά θαυμαστά γεγονότα.
Κοιμήθηκε το βράδυ της 18ης προς 19η Ιανουαρίου 1861, ήσυχα και ταπεινά, αφού πρώτα, διαισθανόμενος την κοίμησή του, συγχωρέθηκε και ετοιμάστηκε με τα Μυστήρια της Εκκλησίας. Οι πατέρες της Μονής τον τίμησαν ως Άγιο. Ετάφη στο κοιμητήριο της Ιεράς Μονής Παναχράντου Άνδρου στο Φωτοδότιο.
Ο Παπουλάκος, ο φτωχός Μοναχός, εντάσσεται στη χορεία των Αγίων της Ορθοδοξίας και των μεγάλων προσωπικοτήτων του γένους από το φιλόχριστο πλήρωμα της πατρίδας μας. Επιπλέον έχει χαρακτηρισθεί εύστοχα ως ο πρώτος εθνομάρτυρας του ελεύθερου Ελληνικού κράτους. Και το κίνημα των «Παπουλακικών» ή «Χριστοφοριζόντων» κατά τα μέσα του 19ου αιώνα είναι μια έκρηξη αγνής πίστεως και μαγαλοιδεαλισμού, και εμφανίζεται στο σβήσιμο του κολυββαδικού επίσης πνευματικού κινήματος!